Δευτέρα, Ιανουαρίου 31, 2011

Ο Διονύσης Σέρρας διαβάζει ποίησή του


Απόκριες, Καρναβάλι, καθώς και μια αρμαθιά αγαπημένων ποιητών παρελαύνουν στο βίντεο αυτό, με δυο ποιήματα του Διονύση Σέρρα. Περισσότερα τέτοια βίντεο θα βρείτε στην ηλ. διεύθυνση: http://www.iskiosiskiou.com/2011/01/blog-post_24.html.

Ο Ζακυνθινός ποιητής Διονύσης Σέρρας ζει και δημιουργεί στην ελληνική περιφέρεια. Αν και στην περιφέρεια, σημαδεύει πάντως κατευθείαν στο κέντρο και συνήθως βρίσκει τον στόχο του. Ο κάθε στίχος του λειτουργεί ως βέλος στην καρδιά των πραγμάτων. Βέλος, το οποίο νύσσει προς εγρήγορσιν ή και προς (αυτο)αφανισμόν... Έτσι ανέκαθεν συμπεριφέρεται η αυθεντική Ποίηση: Ή ανασταίνει ή πεθαίνει... Ή εγείρει ή σκοτώνει... Ο Σέρρας πάντως διασώζει ευπρεπές (κατά το δυνατόν) το κατάστικτο από οιμωγές παθών και λαθών Πρόσωπο, της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης ωραίας Ζακύνθου.

Poetry-Literature

Σάββατο, Ιανουαρίου 29, 2011

Διάλογοι, μονόλογοι, ψίθυροι, σιωπές...


Ο «άγρυπνος» Μάνος Τσιλιμίδης, στον Real FM, 97,8, με τη «ραδιοβάρκα» του, κάθε βράδυ μετά τα μεσάνυχτα μεταφέρει τους ακροατές του στην αντίπερα όχθη. Όχι, δε φοράει κουκούλα, καν δεν κρατεί δρεπάνι. Τις ψυχές μας μοναχά ταξιδεύει, έτσι σαν πρόγευση ευτυχίας. Μιας ευτυχίας σβησμένης σε ιερές προ της ζωής μνήμες. (Στο παραπάνω βίντεο, μαζί με τους El-Q).

Poetry-Literature

Παρασκευή, Ιανουαρίου 28, 2011

Θεατρική κριτική: "Συμβολαιογράφος", Νίκου Βασιλειάδη


«Συμβολαιογράφος», Νίκου Βασιλειάδη. Σκηνοθεσία: Γιώργος Καραμίχος.
Θεατρική διασκευή: Εμμανουέλα Αλεξίου – Γιώργος Καραμίχος. Ερμηνεία: Υρώ Μανέ.
Σκηνικό: Χρ. Κωστέα. Κοστούμια: Έλ. Παπανικολάου. Φωτισμοί: Κ. Μαραγκουδάκη.
Μουσική επιμέλεια: Ιάκωβος Δρόσος. Τραγούδι παράστασης: Κώστας Λειβαδάς.


Η νουβέλα του Νίκου Βασιλειάδη (ψευδώνυμο του βορειοελλαδίτη συνταξιούχου φιλόλογου Ιορδάνη Βλαχόπουλου), διασκευασμένη σε τραγική κωμωδία, από τον γνωστό ηθοποιό Γιώργο Καραμίχο και την Εμμανουέλλα Αλεξίου, ευτύχησε και στην απόδοσή της από την Υρώ Μανέ (απόφοιτος «Σχολής Κάρολου Κουν» όπως κι ο Γιώργος Αρμένης) αν και από μόνη της περιέχει πρωτότυπα και πετυχημένα συστατικά. Αρχίζοντας από τον αλληγορικό, αλλά πετυχημένο τίτλο: ο «Συμβολαιογράφος» (παρατσούκλι) αφορά έναν τσαγκάρη, που ο λόγος του είναι (για τον άφαντο επί σκηνής ήρωα) δέσμευση και «συμβόλαιο», με ό,τι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται (καλό ή κακό). Στην εξέλιξη του έργου, η Γλώσσα (με πολλά έξυπνα «μαργαριτάρια») δίνει το στίγμα της στην παράσταση, καθώς ο συγγραφέας ανατρέπει την καθιερωμένη σύνταξη και αναμειγνύει (στο στόμα της αγράμματης ηρωίδας του) καθαρευουσιάνικες με λέξεις του τόπου της ιστορίας.

Η Ερασμία (Υρώ Μανέ), μοναδική, επί σκηνής, ηρωίδα και πρωταγωνίστρια, ερμηνεύει – αφηγείται την περασμένη ζωή της, σε μια μικρή κωμόπολη της επαρχίας. Σιγά – σιγά ξεδιπλώνει την ιστορία (γύρω στα ’50 – ’60), στην οποία τα κυρίαρχα πρόσωπα, εκτός από την ίδια, είναι η κόρη της (Ματούλα) και ο γαμπρός της (Αργύρης). Μικρή θέση κατέχει και ο πρώην σύζυγός της που την άφησε χήρα, μόλις 22 ετών. Από τότε προσπαθεί να επιβιώσει και να μεγαλώσει τη μονάκριβή της, με τα πενιχρά εισοδήματα από το περίπτερο που της άφησε ο μακαρίτης, ως θύμα πολέμου. Στερημένη, ως γυναίκα, όντας «μεταχειρισμένη» και με παιδί, δεν ξαναβρίσκει σύντροφο, αντιθέτως, η ζωή τής επιφυλάσσει πολλά και αναπάντεχα. Μοιραίο αντικείμενο, που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη ζωή της χήρας, είναι τα κολοκυθάκια της, στα οποία βρίσκει παρηγοριά, καλλιεργώντας τα, μαγειρεύοντάς τα με κάθε είδους γνωστή ή δικής της έμπνευσης συνταγή, μα και «χρησιμοποιώντας τα» ποικιλοτρόπως (εδώ χαμογελάμε), για να καλύψει «όλες τις ανάγκες» του βίου. Στη ζωή της επαρχίας του ’50, οι γείτονες δεν έχουν μυστικά μεταξύ τους, καθώς «αόρατα μάτια» παρακολουθούν όσα συμβαίνουν τριγύρω, ενώ τα στόματα δεν είναι κλειστά. Άλλωστε, «στο ίδιο καζάνι βράζουν» όλοι, εκεί. Τα καταπιεσμένα πάθη της χήρας, είναι ίδια με των άλλων κατοίκων, μέσα στη συμβατική ζωή της μικρής τους κοινωνίας. Υπάρχουν, όμως, και τα καλά: συμπαράσταση, ανθρωπιά, αισθήματα, γείτονες που προστρέχουν στο καλό και το κακό, αληθινοί φίλοι, με πραγματικά αισθήματα, ανεμελιά… και άφθονα κολοκυθάκια… που, όμως, θα είναι και η αιτία των δεινών της, αφού ο Αργύρης τα σιχαίνεται, κι απαγορεύει να τα μαγειρεύουν, πια, στο σπίτι όπου πηγαίνει σώγαμπρος. Έτσι, όταν η πεθερά του θα παραβεί την αυστηρή και απόλυτη διαταγή του, θα το πληρώσει με αυτό που της είχε τάξει, τηρώντας το λόγο του στο ακέραιο, γεγονός που τον χαρακτήρισε σε όλη τη ζωή του «λόγος – συμβόλαιο». Βιάζοντας τη χήρα, από τη μια τής κάνει κακό, από την άλλη ικανοποιεί τη στέρησή της, χρόνων. Τα ξακουστά «προσόντα του», σημείο συνεχών αναφορών από την αρχή του έργου, παίζουν, επιτέλους, τον ρόλο τους, δικαιολογώντας τις φήμες που υπήρχαν για τον κοντό τσαγκάρη. Δραματικά και χιουμοριστικά στοιχεία, εναλλάσσονται στον αφηγηματικό μονόλογο της ηρωίδας, φωτίζοντας πολλά από τη θέση της γυναίκας, ιδίως στην ελληνική επαρχία, περασμένων εποχών. Αποτέλεσμα; Κωμικοτραγικές καταστάσεις, γέλιο, συγκίνηση, ταύτιση, εξηγήσεις, συμπεράσματα. Το πρόσωπο που τα μεταφέρει όλα αυτά στον θεατή είναι η Υρώ Μανέ, σε μια ερμηνεία έκπληξη, καθώς την είχαμε συνηθίσει σε άλλους ρόλους, κυρίως στην τηλεόραση. Με ελεγχόμενη κίνηση κι συχνές εναλλαγές εκφραστικότητας, ερμηνείας διαφόρων ρόλων, απόδοσης καταστάσεων, περιγραφές γεγονότων και προσώπων, η γνωστή ηθοποιός οδηγεί την παράσταση στο αποκορύφωμα και τους θεατές στην απόλαυση, σε πολύ καλή στιγμή της καριέρας της. Το παρατεταμένο κι επαναλαμβανόμενο χειροκρότημα άξιζε σε όλους τους συντελεστές της παράστασης, με πρώτους τον Γιώργο Καραμίχο, στην πολύ σπουδαία, αν και πρώτη του σκηνοθεσία, και την ταλαντούχα ηθοποιό Υρώ Μανέ.

«Νέο Ελληνικό Θέατρο, Γιώργου Αρμένη», «Αίθουσα Κάρολος Κουν», υπόγειο.

Σπ. Τρικούπη 34, Εξάρχεια. Τ/Φ: 210-8253489. Εισιτήρια: € 20 και φοιτητικό: €15. Διάρκεια: 70′.

Παραστάσεις: Τετάρτη, Πέμπτη, Σάββατο 21.15, Κυριακή 20.00. Μέχρι 20 Φεβρουαρίου 2011.

Νίκος Μπατσικανής, συγγραφέας – ποιητής. (Το τελικό «ν» προσωπική επιλογή).

Poetry-Literature

Τρίτη, Ιανουαρίου 25, 2011

Μεσάνυχτα του κόσμου


Τα μεσάνυχτα του κόσμου,
ντάλα μεσημέρι του Άδη,
ποιος ουρλιάζει στο πηγάδι
κι αντηχεί η φωνή του εντός μου;

Ποιος ουρλιάζει στο πηγάδι
κι η φωνή του ΣΟΣ εκπέμπει,
καταχείμωνο στα Τέμπη,
ντάλα καλοκαίρι του Άδη.

Καταχείμωνο στα Τέμπη,
εποχή για το κυνήγι,
στέκει ογρός και νιώθει ρίγη,
κι αν κανείς εκεί δεν έμπει;

Εποχή για το κυνήγι,
κυνηγοί κρύψαν το φως μου,
ρίχνουν ένα σπάγκο μπρος μου,
κάτι λεν… «Επείγει», «επείγει».

Κυνηγοί κρύψαν το φως μου
κι εγώ ουρλιάζω στο πηγάδι,
ντάλα μεσημέρι του Άδη,
τα μεσάνυχτα του κόσμου.

Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Poetry-Literature

Λευκά Χριστούγεννα


Κάποια λευκά Χριστούγεννα θα βαδίσω σε έρημους δρόμους, το χιόνι θα μου ραίνει το πρόσωπο, θα ψάχνω αστέρι μ’ ευχή, θα μεθώ με Χριστούγεννα από περασμένους χρόνους, που στην καρδιά μου ξέμειναν σαν παλιά προσευχή…

Θα βαπτιστώ ξανά παιδί, θα νιώσω το λευκό θαύμα, εκείνα θα ξαναζήσω τα Χριστούγεννα που άγγιξα την ευτυχία, θα ’χω αλλάξει της ζωής μου το μαύρο κάρμα και θα γκρεμίζω της μοναξιάς μου τα ψηλά τειχία!...

Τους μάγους με τα δώρα, στο χιόνι θα γυρεύω, σε μια πολιτεία άψυχη λευκή και παγωμένη, των πλουσίων την χαρά και την έπαρση θα κλέβω, στη φλόγα θα τη χαρίζω των παιδιών που είναι πάντα αναμμένη!...

Σε παιδιά των φαναριών σαν ένας Άι Βασίλης θα τους χαρίσω ζεστασιά, το θαύμα των Χριστουγέννων με μια φωνή συνείδησης για ό,τι στον κόσμο οφείλεις να κάνεις για τις καρδιές κάποιων παιδιών θλιμμένων…

Κάποια λευκά Χριστούγεννα η λογική μου θα σβήσει και θα γυρεύω τη βασίλισσα του χιονιού που με καλεί, θα φύγω για τόπους μακρινούς, που κανείς δεν έχει γυρίσει, θα ξεφύγω μακριά από το απέραντο της ζωής μου κελί!...

Το λευκό πέπλο του χιονιού, θε να φέρει στην ψυχή μου την γαλήνη, θα κατανοήσω το νόημα των αιωνίων ερωτημάτων, θα ’χουν ανθίσει στη σκέψη μου κατάλευκοι κρίνοι και θα πετώ σε τόπους μαγικούς, με την συντροφιά των ποιημάτων!...

15/12/10

Αργύρης Ντεγκούδης

Poetry-Literature

Το δικό μου έπος


Το δικό μου έπος
δεν θα ’ναι μεγάλο πιθανώς.
Το δικό μου έπος
δεν θα γεμίζει πολλές σελίδες
κι ίσως χαθεί
στους υπονόμους του χρόνου.

Αχ, ανάγκες βαρίδια
- και σπαρταρούν τα φτερά μου -
να νικήσω θέλω τη βαρύτητα
και τους φθαρτούς της νόμους
Οδυσσέας στον ουρανό μου να πετάξω.

Έπη διάβασα πολλά
και πόσα έπη άραγε
δεν τα πήρα καν χαμπάρι
στα ογκώδη βιβλία των δρόμων.
Αχ, πόσα έπη χάθηκαν
σα δροσερό γάργαρο νερό
που τ’ αφήσαμε βορά στη θάλασσα
γιατί χρόνο δεν είχαμε
να τα πιούμε
ή σαν έναστρη νυχτιά
που αντί ν’ ακούσουμε τον παλμό
προτιμήσαμε απλά
να τη φωτογραφήσουμε
και πόσα ερήμωσαν πριν ανθίσουν
σαν καρδιές που δεν τόλμησαν
να δείξουν αγάπη στον εχθρό
κοινωνώντας νεύμα
Θεανθρώπινο.

Αχ καρδιά αγύμναστη
έπος να σηκώσεις
κι ίσως έπος τελικά
να ’ναι κι ένας στίχος
που γίνεται παντιέρα
κόντρα στις θνησιμαίες λέξεις
και το σάπιο φαρμάκι τους.

Κι ίσως το έπος να με περιμένει
στις κατακόμβες της ψυχής
έτοιμο να πλυθεί στη φωτιά
της τόλμης και της λευτεριάς!

Βασίλης Κομπορόζος

Poetry-Literature

Παρασκευή, Ιανουαρίου 21, 2011

Ποιήματα του Στέφανου Α. Αγάθου


Παραθέτουμε δυο ποιήματα ενός παλιού, καλού μας φίλου, του Στέφανου Α. Αγάθου, τα οποία βρέθηκαν κατά τύχη σε μια φθαρμένη κασέτα με τραγούδια… Τα συγκεκριμένα ποιήματα έχουν μελοποιηθεί από τον συνθέτη Βασίλη Αντωνόπουλο και τραγουδήθηκαν από την Εύη Ντίκου, το πρώτο μάλιστα – το «Σαν όνειρο» – προβλήθηκε στην κρατική τηλεόραση για τα προκριματικά της Eurovision, τη χρονιά που ο διαγωνισμός διεξαγόταν στο Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας. Δυστυχώς, μόνο σκόρπιους στίχους συγκεντρώνουμε από το έργο του ποιητή Στέφανου Α. Αγάθου, καθώς πάει καιρός που χωρίς κανένα αποτέλεσμα προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε μαζί του…

Σαν όνειρο

Στο σώμα μου πληθαίνουνε του χρόνου οι πινελιές,
οι σκέψεις μου ξεφεύγουνε τα βράδια πιο πικρές…
Δεν ξέρω, δε θυμάμαι πια να ζω
κι όλα μού φαίνονται σαν όνειρο.

Τους πόθους με την κλωστή αφήνω στο πλεκτό,
το βελονάκι με ρυθμό κεντάει το πέλαγο…
Δεν ξέρω, δε θυμάμαι πια να ζω
κι όλα μού φαίνονται σαν όνειρο.

Θα γείρω εδώ στην κουπαστή, λίγο να κοιμηθώ,
μπορεί να δω στον ύπνο μου εκείνον που αγαπώ…
Δεν ξέρω, δε θυμάμαι πια να ζω
κι όλα μού φαίνονται σαν όνειρο.

Στέφανος Α. Αγάθος


Μια Κυριακή στη βροχή

Μια Κυριακή στη βροχή, με σβηστά τα φώτα
κι η μουσική μακρινή, σαν τα γεγονότα,
που προσπερνούν, σε κοιτούν και πατούν την κόρνα,
μια Κυριακή στη βροχή, με σβηστά τα φώτα.

Στην αμμουδιά τα παιδιά, σαν τα χελιδόνια,
πλέκουν φωλιά στην καρδιά, μ’ άστρα και μπαλόνια
και σού γελούν, σε τραβούν σε ονείρου ρότα,
μια Κυριακή στη βροχή, με σβηστά τα φώτα.

Στέφανος Α. Αγάθος

Poetry-Literature

Τετάρτη, Ιανουαρίου 19, 2011

Από το χριστουγεννιάτικο "Κελαινώ"


Θέλοντας να σάς μεταφέρουμε έναν απειροελάχιστο κόκκο από το άρωμα του χριστουγεννιάτικου τεύχους του λογοτεχνικού περιοδικού «Κελαινώ», διαλέξαμε με το δικό μας ιδιαίτερο γούστο τρία σύντομα ποιήματα, που κατά τη γνώμη μας αξίζει να διαβάσετε…


Χριστουγεννιάτικη άφιξη

Ήρθες.
Την ώρα εκείνη που ’πρεπε να ’ρθεις.
Ήρθες.
Την πιο γαλήνια στιγμή
της ψυχής μου.
Την ώρα που ’χα συνάξει
την αγάπη μου
να στη δώσω θείο δώρο
κάτω απ’ το χριστουγεννιάτικο δένδρο.
Τη μάζευα στάλα-στάλα
όλο το χρόνο
όσο εσύ μάζευες
σπυρί-σπυρί τ’ αλάτι
απ’ τους ανθούς των κυμάτων.
Ήρθες, για να σε κλείσω
στο αιώνιο φως των στίχων μου.
Ήρθες για να μ’ αφήσεις στάμπα
το περίλαμπρο φιλί της καρδιάς σου.
Καλώς ήρθες τούτη την ώρα.
Θεία η στιγμή! Αλληλούια!
Ωσαννά εν Υψίστοις! Ευλογία
η αγάπη μας.
Κι αν αύριο φύγεις,
έχεις πάρει τα δώρα σου!
Κι αν αύριο μονάσω,
έχω πάρει τη σμύρνα μου!

Άννα Τατάκη-Μαρκάκη


Ο αδελφός Χριστόφορος

Ο αδελφός Χριστόφορος ο Παπαλάκος
είπε στους παλαιϊκούς, πως θα ’ρθει μέρα
όπου θα ψάχνουμε να βρούμε αδελφό
και θα περπατάμε μέρες
στους έρημους δρόμους!
Κι εγώ σκέφτομαι το λόγο του, τις μέρες!
Σκέφτομαι την ημέρα που θε να ’ρθει,
σκέφτομαι την ημέρα του Θανάτου,
σκέφτομαι την ημέρα της Ειρήνης,
σκέφτομαι την ημέρα του Κυρίου…
Την κλίμακα των ημερών του Παπαλάκου!

Δημήτρης Χρ. Μποσινάκης


Ουράνια Ιερουσαλήμ

Μ’ ένα κέρινο διαστημόπλοιο
θα ταξιδέψω στ’ άπειρο!
Φορώντας μια πέτρινη πανοπλία
θα κατεβώ στην άκρη του
αστερισμού της Ανδρομέδας.
Ο χρόνος αμείλικτος, χαρίζει το λευκό.
Το φεγγάρι είλωτας αφοσιωμένος,
ζεμένος στο μαγγανοπήγαδο
της Γης, εκτίει την ποινή του.
Την ποινή που του επέβαλε
στο τέλος της βασιλείας του, ο Δίας.
Να μαγεύει το χρόνο μπροστά
στον πέτρινο σταυρό!
Ο Θεός κρέμασε τ’ άστρα και τα ξέχασε.
Ο Διάβολος χαμογελάει προκλητικά.
Άγιες, γαλήνιες μορφές
ξεχασμένες στο χαμένο κήπο.
Και μια κότα ν’ αγναντεύει
την Ουράνια Ιερουσαλήμ!

Μιλτιάδης Ντόβας

Poetry-Literature